Η μητρότητα έμοιαζε για πολύ καιρό προφανής, απτή, φυσική, στο βαθμό που θεωρούνταν περιορισμένη στο σώμα και στην αναπαραγωγή, –εξ ου και μια σχετικά πρόσφατη ιστορία μητέρων. Ακούγοντας το λόγο τους, η ψυχανάλυση απαλλάχτηκε πολύ γρήγορα από εκείνη την προκατάληψη φύσης, η οποία δεν έβλεπε στις μητέρες παρά μόνο τις γεννήτορες.
Τι μας διδάσκει η ψυχανάλυση; Μας διδάσκει ότι είναι δυνατό να έχεις ένα παιδί στην κοιλιά σου αλλά όχι και στο μυαλό σου, ή να αισθάνεσαι μητέρα ολόκληρου του πλανήτη χωρίς να έχεις κανένα παιδί. Η μητρότητα υπερβαίνει τη βιολογία της τεκνοποίησης και της κυοφορίας. Ενυπάρχει στα όνειρα, στις φαντασιώσεις, στην ψευδαίσθηση, στη μετουσίωση.
Για πολύ καιρό το παρασιτικό μοντέλο, συμφυές με τις ανάγκες του βρέφους, απέδιδε την αλήθεια του δεσμού μητέρας-παιδιού. Αυτός ο δεσμός ερμηνεύτηκε ως συγχωνευτικός. Η μυθολογία του μαστού, η εικόνα του κόρφου, η εικόνα ενόςsweet home, κυριαρχεί ισχυρά στην υποκειμενικότητά μας, παραπέμποντας στη νοσταλγία μιας υποτιθέμενης αρμονίας, γειτονικής μερικές φορές με «την πιο σκοτεινή προσδοκία για τον θάνατο», όπως υπογράμμισε ο Λακάν στο Οικογενειακά συμπλέγματα.
Όμως αυτή η μυθοπλασία –με εμπεριέχεις, σε εμπεριέχω– είναι μια απάτη. Το να σκέφτεσαι τον άλλο σα μια προέκταση του εαυτού σου είναι «η χειρότερη των παραπλανήσεων» μας λέει ο Λακάν. Το παιδί είναι πάντα αλλού, και μάλιστα ριζικά χωρισμένο, όχι από τη μητέρα ή τον Άλλον, αλλά από ένα μέρος του ίδιου του του εαυτού, δηλαδή εκείνο το μέρος της φύσης που η γλώσσα παίρνει μαζί της, αφήνοντας χώρο σε ένα χάσμα, το οποίο είναι δύσκολο να καλυφτεί από αυτό που ο Λακάν ονομάζει φαντασιακό, τα σενάρια, οι ψευδαισθήσεις, τα όνειρα, αλλά επίσης το άγχος, η αναντιστοιχία της ύπαρξης στο είναι.
Ίσως ο απογαλακτισμός να είναι, κατά πρώτο λόγο, δράμα της μητέρας. Η διαπρεπής λειτουργία του στις φροντίδες του παιδιού εμπεριέχει μια οικειότητα με το σώμα του, που θα αφήσει τη θέση του σε ενίοτε δύσκολους διαδοχικούς αποχωρισμούς στο επίπεδο του σώματος. Ο απογαλακτισμός είναι από πάντα και για τον καθένα μια θεμελιώδης τομή, που μας ακρωτηριάζει από μια πληρότητα του είναι. Ο πλακούντας είναι κολλημένος στη μήτρα όπως το στήθος στο σώμα της μητέρας, και το παιδί πάνω στη θηλή. Αυτό το σπάσιμο συνιστά, με βάση αυτό που αποκόπτεται, τα χαμένα αντικείμενα τα οποία ενέχονται στην επιθυμία. Έτσι είναι και για το παιδί που δε θα πληρούσε μια γυναίκα απόλυτα, με τρόπο ώστε να αναρωτιόμαστε ποια θέση καταλαμβάνει για τη μητέρα: μικρό εξιδανικευμένο είναι ή αντικείμενο της ύπαρξής της που εμφανίζεται μέσα στο πραγματικό; Το να είσαι μητέρα υπάγεται σε μια ουσιώδη λειτουργία –εκείνη του να ενσαρκώνεις τον Άλλον του αιτήματος, να μεταφέρεις τη μητρική γλώσσα και να εμπλέκεις το παιδί μέσα στην επιθυμία, μέσα σε μια απόλαυση. Από εκεί πηγάζουν η ισχύς της και το αίσθημα εξουσίας της. Και αν εξετάσουμε αυτές τις μητρικές μυθοπλασίες που εξαπατούν και γοητεύουν, υπό το φως μιας πραγματικής ικανοποίησης; Έρχονται κάποιες φορές να καλύψουν μια αινιγματική ζώνη για την ίδια τη μητέρα, που αποκαλύπτεται με τη γέννηση του παιδιού. Τι είναι αυτό που, μέσα στη διαδρομή μιας μητρότητας, μπορεί να ικανοποιήσει, να αγχώσει ή να αποσταθεροποιήσει;
Μέσα σε αυτήν την εμπειρία, μπορούν να ικανοποιηθούν διάφορες μορφές μιας μεγεθυσμένης εικόνας εαυτού, οι οποίες έρχονται να απαντήσουν ακριβώς στην αναντιστοιχία ανάμεσα στην ιδέα της μητρότητας και την εμπειρία της˙ εξ ου η δύναμη και η αντοχή του μητρικού αισθήματος. Έκτοτε, ποιες μορφές μπορεί να πάρει αυτή η ικανοποίηση; Φαντασίωση, παραλήρημα, κατάθλιψη, αδιαφορία; Ποια ίχνη θα αφήσει στο δεσμό μητέρας-παιδιού; Με το να γίνεσαι μητέρα, παύεις να είσαι γυναίκα; Ερώτημα ακόμα πιο επίμονο σήμερα που ο διαχωρισμός ανάμεσα στην τεκνοποίηση, στη σεξουαλικότητα και στην κυοφορία, είναι έκδηλος. Το αίτημα για παιδί που απευθύνεται στην επιστήμη μεγαλώνει χωρίς όρια, εμπλέκοντας μια μητρότητα με ανταλλακτικά (ωάρια, κυοφορία από άλλην…). Η μητέρα αρχίζει να καθίσταται αμφίβολη.
Όσο η αυτοκρατορία του πατέρα παρακμάζει, τόσο η βασιλεία της μήτρας κερδίζει αναπόφευκτα έδαφος, εγκαθιστώντας ένα γενικευμένο θέλω να γίνω μητέρα. Παραδόξως, η πατρότητα παύει να είναι μια νόμιμη μυθοπλασία για να γίνει μια βιολογική πραγματικότητα. Η κλασσική απόδοση στον πατέρα της λειτουργίας του νόμου και στη μητέρα εκείνης της φροντίδας έχει οριστικά αναστατωθεί. Μήπως η σύγχρονη γονικότητα δεν είναι ένα αποτέλεσμα αυτής της ανόδου της μητρότητας ως νέας τροπικότητας του δεσμού με το παιδί;
Η σύγχρονη εποχή αποκαλύπτει ότι, όπως το τριαντάφυλλο είναι έτσι χωρίς γιατί, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο η μητρότητα είναι χωρίς αιτία. Η στιγμή είναι κρίσιμη ώστε να δεχτούμε μέσα σε μια ψυχανάλυση τη μητρότητα ως ένα πραγματικό. Μη όντας παρά το σύμβολο που την ορίζει, η μητρότητα είναι ασύλληπτη. Σε αυτήν την εποχή που αποπροσανατολίζει τις μητέρες, ανάμεσα σε μεγαλείο ισχύος και αδύνατη αποστολή, η ψυχανάλυση μπορεί να προσφέρει τα σημεία αναφοράς και να επιτρέψει στον καθένα, στην καθεμία, να βρει τη δική του λύση, τη μοναδική και ιδιαίτερη…
Μετάφραση: Ελένη Μόλαρη